Kαλεσμένη στην εκπομπή της Ελεονώρας Μελέτη βρέθηκε το βράδυ της Τετάρτης η δημοσιογράφος Τζωρτζέλα Κοσιάβα, παραχωρώντας μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης, όπου μίλησε για άγνωστες πτυχές της ζωής της.
Η Τζωρτζέλα Κοσιάβα μεταξύ άλλων μίλησε για το πρόβλημα υγείας που αντιμετώπισε και την έκανε να χάσει πολλά κιλά αλλά και για τον θάνατο της μητέρας της και το τελευταίο τους «αντίο».
Η Τζωρτζέλα φοβάται τα νοσοκομεία και τελικά χρειάστηκε να νοσηλευτεί για 10 ημέρες με διάτρηση εντέρου. «Μου είπαν σε προλαβαίνουμε δεν σε προλαβαίνουμε. Πήρα τηλέφωνο τον άντρα μου και τις αδερφές μου, αλλά στη μητέρα μου δεν είπα τίποτα. Ξέσπασε ο οργανισμός μου γιατί είχα πιεστεί πολύ. Ήμουν δειλή δεν μπορούσα να το διαχειριστώ και ευτυχώς ήταν δύο άνθρωποι εκεί που είχαν μεγαλύτερα προβλήματα από εμένα και με βοήθησαν και τους έχω παραπάνω από συγγενείς μου. Φοβόμουν, έκλαιγα συνέχεια. Αυτό με έκανε να αδυνατίσω», είπε χαρακτηριστικά και συνέχισε:
«Η κόρη μου ήξερε ότι ήμουν στο νοσοκομείο. Δεν ήθελα να με δει από βίντεοκληση. Κάθε βράδυ έκλαιγα. Έτσι αδυνάτισα γιατί αν δεν προσέξεις μπορεί να νοσηλευτείς ξανά. Δεν κάνει να τρώω λιπαρά, να πίνω καφέδες και αναψυκτικά.
Το έπαθα ξανά τον Μάρτιο αλλά δεν νοσηλεύτηκα, ήμουν σπίτι με ισχυρές αντιβιώσεις για 20 μέρες. Εκεί έχασα τα περισσότερα. Από 94 έφτασα 59. Οι πόνοι είναι φρικτοί, είχα πάθει αβιταμίνωση και μου έπεσαν τα μαλλιά. Δεν είχα όρεξη να φάω τίποτα. Ήθελα να γυρίσω στη δουλειά αλλά ο γιατρός μου είπε να μείνω σπίτι γιατί ο οργανισμός μου δεν ήταν καλά. Έτσι έκοψα τα μαλλιά γιατί μου έπεφταν».
Το πρόβλημα της προκάλεσε και ένα αυτοάνοσο νόσημα, το οποίο προκαλεί πόνους σε όλους τους μυς. Αφού έκανε όλες τις εξετάσεις που θα μπορούσε να κάνει κάποιος, ένας ρευματολόγος κατέληξε στη διάγνωση και με μια αγωγή σε δύο εβδομάδες «αναστήθηκε», όπως είπε.
«Δύο ώρες κοιμόμουν και ξύπναγα, μετά ήρθε η κατάθλιψη και απίστευτες φοβίες θανάτου», τόνισε.
Η απώλεια της μητέρας της
«Η μητέρα μου δεν το έμαθε τότε. Διαγνώστηκε τον Ιούνιο με καρκίνο στο αίμα, δεν της το είπαμε ποτέ αλλά το ήξερε. Με έπαιρνε και μου έλεγε δεν σε βλέπω. Της έλεγα δεν βγαίνω γιατί κάνω ρεπορτάζ έξω. Μετά έχασα βάρος.
Η μάνα μου είχε μεγάλη στεναχώρια που ήμουν παχουλή. Εκείνη ήταν αδύνατη γυναίκα. Το είχε βάρος πάνω της. Όταν νοσηλεύτηκε την πρώτη φορά έφυγα με τη Μαρκέλλα και πήγα να τη δω και όταν με είδε αδύνατη έσκασε ένα χαμόγελο… Αναστήθηκε. Της υποσχέθηκα ότι δεν θα παχύνω ποτέ. Μετά το καλοκαίρι της είπα τι είχε συμβεί».
Η ίδια ήταν εκεί στις τελευταίες ώρες της μητέρας της.
«Βρήκα τρόπο για να πάω στον Βόλο. Πήρα το ΚΤΕΛ έκανα τεστ και πήγα να τη δω γιατί το αισθανόμουν ότι θα φύγει. Με άφησαν πέντε λεπτά μόνο. Ήταν η πιο δύσκολη στιγμή της ζωής μου. Μιλήσαμε με τα μάτια. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Μου έπιανε το χέρι και δεν μου το άφηνε όσο με τράβαγαν να με βγάλουν έξω.
Γιατί να φύγω στα 5 λεπτά που την χαιρετούσα για τελευταία φορά; Γιατί να μην με αφήσουν κι άλλο. Εγώ δεν θα την ξαναδώ. Χίλιες ζωές να είχα την ίδια μάνα θέλω να έχω και τον ίδιο πατέρα. Της είπα ότι είσαι η καλύτερη μάνα του κόσμου και σε θέλω για τις επόμενες ζωές μου. Τον πατέρα μου τον έχασα το 2001, δεν συγκρίνεται όμως ο πόνος» .