Κάθειρξη 5 ετών σε 79χρονο Αθηναίο για ασέλγεια σε ανήλικο αγόρι, που σημειώθηκε τον Ιούνιο του 2017 στην ευρύτερη περιοχή του Βόλου, επέβαλε χθες το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Λάρισας.
Η υπόθεση εκδικάστηκε χθες για πρώτη φορά και ο κατηγορούμενος αρνήθηκε τις ασελγείς πράξεις. Όμως, το
δικαστήριο δεν πείστηκε. Τον έκρινε ένοχο με ομόφωνη απόφαση και του επέβαλε κάθειρξη χωρίς ελαφρυντικό, του έδωσε όμως τη δυνατότητα η έφεσή του να έχει αναστέλλουσα δύναμη.
Κατά την ακροαματική διαδικασία οι στιγμές φρίκης που έζησε το αγγελούδι αναβίωσαν. Ηταν σε επίσκεψη με τη μητέρα του στη θεία του, που διέμενε στο δώμα εξοχικού σπιτιού του Αθηναίου, που της είχε παραχωρηθεί, όταν σημειώθηκαν ο πράξεις. Ο ανήλικος ήθελε να παίξει παιχνίδι στο κινητό του τηλέφωνο και πήγε στο
ισόγειο για να έχει καλύτερο wifi. Ο 79χρονος βρήκε τότε χρόνο να ξεγελάσει το παιδί, να το πάει στην κρεβατοκάμαρα και να ασελγήσει.
Δύο μήνες αργότερα ο ανήλικος μίλησε για το περιστατικό. Τελικά έλυσε τη σιωπή του και μοιράστηκε την τραυματική εμπειρία με τη μητέρα του. Η οικογένεια απευθύνθηκε στη Δικαιοσύνη. Ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά του 79χρονου και ο κατηγορούμενος κλήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2017 για εξηγήσεις και αφέθηκε ελεύθερος.
Οι γονείς του παιδιού περιέγραψαν χθες στο δικαστήριο με κάθε λεπτομέρεια το κακό που βρήκε το σπίτι τους και την αναστάτωση που προκλήθηκε. Επίσης, ως μάρτυρες κατηγορίας εξετάστηκαν η θεία του παιδιού, ο σύζυγός της και η γιαγιά του.
Από την πλευρά της υπεράσπισης εξετάστηκαν δύο μάρτυρες γείτονες και οικογενειακοί φίλοι του κατηγορούμενου, που υποστήριξαν ότι ο 79χρονος δεν είχε δώσει ποτέ δείγματα γραφής και ότι υπήρξε απόπειρα οικονομικής συναλλαγής. Απολογούμενος ο 79χρονος έκανε λόγο για πλεκτάνη. Υποστήριξε
στο δικαστήριο ότι ο πατέρας του παιδιού του είχε ζητήσει χρήματα για να αποσύρει τη μήνυση και να αποζημιωθεί για τα δικαστικά έξοδα που είχε, χρήματα που, όπως είπε, ο ίδιος δεν έδωσε.
Ο συνήγορος υπεράσπισης ζήτησε την απαλλαγή του, τονίζοντας ότι «η παιδιατρική πραγματογνωμοσύνη δεν κατέληξε σε ασφαλές συμπέρασμα». Επίσης, επικαλέστηκε τον τεχνικό σύμβουλο που όρισε η οικογένεια, που, όπως υποστήριξε, οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι «οι καταδικαστέες πράξεις δεν έχουν γίνει».
Η εισαγγελέας έδρας ήταν κατηγορηματική ότι σημειώθηκε ασέλγεια. Ζήτησε ενοχή του κατηγορούμενου. Το δικαστήριο συντάχτηκε, επέβαλε κάθειρξη με κατά πλειοψηφία απόφαση και απέρριψε τον ισχυρισμό της μετέπειτα καλής συμπεριφοράς του κατηγορούμενου.
Ο καταδικασθείς άσκησε έφεση και αφέθηκε ελεύθερος.