Σε έναν χρόνο φυλάκιση με αναστολή καταδικάστηκε χθες 30χρονη από το Αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Βόλου, μετά τη σύλληψή της για ενδοοικογενειακή απειλή. Η 30χρονη, η οποία συμμετέχει σε θεραπευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης, κατηγορείται ότι το περασμένο Σάββατο, υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, απείλησε λεκτικά τη ζωή της μητέρας της.
Όπως υποστήριξε η μητέρα της στο δικαστήριο, η 30χρονη επέστρεψε στο σπίτι το απόγευμα μετά την προγραμματισμένη συνεδρία θεραπείας της και την απείλησε ότι θα τη σκοτώσει. Το βράδυ της ίδιας μέρας, κατά τη μία, η 30χρονη ξύπνησε και έψαχνε τα χάπια της, κατηγορώντας τη μητέρα της ότι τα έκρυψε, ενώ χτυπούσε τις πόρτες. Η μητέρα της, έντρομη, κάλεσε την αστυνομία, που τη συνέλαβε στο πλαίσιο του αυτοφώρου, ενώ η μητέρα κατέθεσε μήνυση εναντίον της.
Οι δύο αστυνομικοί που κλήθηκαν να καταθέσουν στο δικαστήριο υποστήριξαν ότι κατά τη μεταφορά της στην Αστυνομική Διεύθυνση, η κατηγορούμενη προσπαθούσε συνεχώς να απωθήσει με τα χέρια της τους αστυνομικούς, εξαπολύοντας παράλληλα πληθώρα βωμολοχιών. Στην προσπάθειά της να ξεφύγει, σύμφωνα με τους ίδιους, χτύπησε έναν από τους αστυνομικούς με μπουκάλι και με κουτουλιά, με αποτέλεσμα να αιμορραγήσει η μύτη του, έσκισε την μπλούζα ενός από τους αστυνομικούς, ενώ προσπάθησε να τους δαγκώσει προκειμένου να την ελευθερώσουν. Την επόμενη ημέρα η κατηγορούμενη ζήτησε συγγνώμη και υποστήριξε ότι ήταν σε υπερδιέγερση.
Ο πατέρας της κατηγορούμενης, ανέφερε πως επιστρέφοντας από την δουλειά βρήκε την 30χρονη να κοιμάται ενώ η σύζυγος του διηγήθηκε ό,τι είχε συμβεί. Μάλιστα, υποστήριξε ότι η κόρη του στην καθημερινότητά της είναι δεκτική και ευγενική όταν δεν είναι υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, ενώ δεν έχουν υπάρξει παρόμοια συμβάντα στην οικογένεια.
Η κατηγορούμενη, αφού γνωστοποίησε ότι είναι χρήστης ουσιών από 20 χρονών, υποστήριξε πως κατά τη διάρκεια αυτού του συμβάντος, η ίδια δεν καταλάβαινε τι έβλεπε και τι έκανε, σε σημείο που πίστευε πως ο αδερφός της ήταν ένας απλός φίλος της. Όπως επίσης ανέφερε, κατά τη διάρκεια που βρισκόταν στο αστυνομικό τμήμα, οι αστυνομικοί πήγαιναν «πολύ κοντά» της, με αποτέλεσμα να φοβάται και να προσπαθεί να τους απομακρύνει με τα χέρια της.
Όσον αφορά στο χτύπημα στον αστυνομικό, υποστήριξε ότι, τον χτύπησε άθελά της, ενώ το σκίσιμο της μπλούζας και η εξύβριση, όπως η ίδια ανέφερε, επήλθαν μετά την εξύβριση και την επίθεση των αστυνομικών σε εκείνη, ενώ αρνήθηκε την κατηγορία πως επιχείρησε να τους δαγκώσει.
Τέλος, η 30χρονη δήλωσε πως θέλει να σταματήσει από αυτή την «αρρώστια» αλλά δυσκολεύεται και καθώς δεν θέλει να κάνει κακό σε κανέναν, επιθυμεί να μείνει στο κρατητήριο μέχρι το ΚΕΘΕΑ να αποδεχθεί την αίτηση που έχει κάνει, καθώς δεν θέλει να τρομοκρατεί τους γονείς της στο σπίτι τους αλλά δεν έχει και πουθενά αλλού να διαμείνει.
Στην κατηγορούμενη αναγνωρίσθηκε το ακαταλόγιστο, ενώ το δικαστήριο την έκρινε ένοχη για ενδοοικογενειακή απειλή, φθορά ξένης περιουσίας, απόπειρα σωματικής βλάβης και εξύβριση, καταδικάζοντας τη σε 12 μήνες φυλάκιση με αναστολή.