Η ανακάλυψη ευρημάτων που σχετίζονται, άμεσα ή έμμεσα, σε την αρχαιότητα, ειδικά δε επιφανών ιστορικών προσώπων, αποτελούσε διαχρονικά και συνεχίζει να είναι ένα πεδίο τεράστιου ενδιαφέροντος όχι μόνον για τους επιστήμονες της αρχαιολογίας αλλά και για το ευρύ κοινό. Σε αυτό το πλαίσιο οι ισχυρισμοί του καθηγητή του τμήματος «Ελληνικών Σπουδών» της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Νις της Σερβίας, κ. Αθανάσιου Μπίντα πως βρήκε τον τάφο της Ολυμπιάδας, της μητέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στο εδώ και παραπάνω από έναν αιώνα ανασκαμμένο ταφικό μνημείο του Κορινού Πιερίας, στην περιοχή της αρχαίας Πύδνας. έχει προκαλέσει εντυπώσεις, συζητήσεις αλλά και πολλά ερωτηματικά.
Ο κ. Μπίντας στηρίζει τα συμπεράσματά του επικαλούμενος ιστορικές πηγές, κάποιες τρεις αρχαίες επιγραφές που έχουν βρεθεί στην περιοχή αλλά στα χαρακτηριστικά του τύμβου. Στοιχεία τα οποία μελέτησε και οδηγήθηκε, όπως υποστηρίζει, σε συγκεκριμένα προσωπικά συμπεράσματα τα οποία ο ίδιος θεωρεί ορθά. Συγκεκριμένα επικαλείται σημειώσεις του Αμερικανού καθηγητή Charles Edson, το βιβλίο του Έλληνα Αρχαιολόγου Γ. Οικονόμου για τις επιτύμβιες επιγραφές της Πιερίας οι οποίες «αναφέρονται στους Αιακίδες της Πιερίας που ήταν απόγονοι της Ολυμπιάδας τής συζύγου τού, Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας» αλλά και τα ανασκαφικά συμπεράσματα του αρχαιολόγου Ματθαίου Μπέσιου ο οποίος έχει πραγματοποιήσει ανασκαφές στην ευρύτερη περιοχή. Το σκεπτικό της ταυτοποίησης του ταφικού μνημείου του Κορινού με τον τάφο της Ολυμπιάδας έχει παρουσιάσει μάλιστα ο καθηγητής τόσο σε ημερίδα όσο και σε βιβλίο.
Μεταξύ των επιχειρημάτων που χρησιμοποιεί ο κ. Μπίντας για να στηρίξει την άποψή του είναι η μοναδικότητα του τάφου, τα κτερίσματα που βρέθηκαν σε αυτόν από τον Γάλλο αρχαιολόγο Leon Heuzey, που τον ανέσκαψε τη δεκαετία του 1850, αλλά και το περιεχόμενο των επιγραφών οι οποίες αναφέρουν τα ονόματα της Ολυμπιάδας και της οικογένειάς της, των Αιακιδών.
Υπέρ των συμπερασμάτων του κ. Μπίντα έχει ταχθεί η αρχαιολόγος κ. Λιάνα Σουβαλτζή, το όνομα της οποίας έχει ταυτιστεί με τις ανασκαφές στην όαση Σίουα της Αιγύπτου όπου επιμένει, εδώ και δεκαετίες, πως βρίσκεται ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ισχυρισμοί οι οποίοι ωστόσο έχουν απορριφθεί από την διεθνή αρχαιολογική κοινότητα.
Η αποδόμηση της «ανακάλυψης»
To protothema.gr απευθύνθηκε στην διακεκριμένη αρχαιολόγο, μαθήτρια και βοηθό του Μανώλη Ανδρόνικου στην περίφημη ανακάλυψη του τάφου του Φιλίππου Β’ στη Βεργίνα και υπεύθυνη για τον αρχαιολογικό χώρο και το Μουσείο των Αιγών, κ. Αγγελική Κοτταρίδη, ζητώντας της την επιστημονική της άποψη επί του συγκεκριμένου θέματος. Η ίδια θεωρεί πως τα συμπεράσματα σχετικά με τον υποτιθέμενο τάφο της Ολυμπιάδας, δεν είναι ασφαλή καθώς δεν στηρίζονται σε αρχαιολογικές και ανασκαφικές πηγές ενώ έρχονται σε πλήρη αντίθεση με όσα γνωρίζουμε, από ιστορικές πηγές, σχετικά με τη ζωή και κυρίως τον θάνατο της μητέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
«Κατά καιρούς ακούγονται και δημοσιοποιούνται διάφορες θεωρίες σχετικές με τους τάφους σημαντικών αρχαίων προσώπων. Όλοι θα θέλαμε να βρεθούν εδώ, στην Ελλάδα, τέτοιοι τάφοι άλλα όταν έχουμε αδιάψευστα ανασκαφικά στοιχεία που το διαψεύδουν δεν μπορούμε να το παραβλέψουμε» υπογραμμίζει με νόημα.
Η κ. Κοτταρίδου μάλιστα αποδομεί το επιχείρημα του κ. Μπίντα σχετικά με τα στοιχεία που άντλησε από τις σημειώσεις του σπουδαίου ιστορικού Charles Edson επισημαίνοντας πως «ο Edson είναι εκείνος που αναφέρει πως η Ολυμπιάδα δεν θάφτηκε αλλά το πτώμα της πατάχθηκε και πως στη συνέχεια φτιάχτηκε στην Πύδνα ένα ιερό ως εξιλέωση, όχι όμως τάφος» ενώ εκτιμά με βεβαιότητα πως «αν την έθαβαν, θα τήν έφερναν στις Αιγές όπως όλα τα μέλη της βασιλικής οικογένειας».
Η έμπειρη και καταξιωμένη αρχαιολόγος μάς διηγήθηκε μάλιστα τις συνθήκες του θανάτου της Ολυμπιάδας οι οποίες δεν συνάδουν σε καμία περίπτωση με την θεωρία περί ταφής της και μάλιστα στην Αρχαία Πύδνα: «Γνωρίζουμε από τις πηγές πως ο Κάσσανδρος έφερε και έθαψε στις Αιγές τον καθυστερημένο γιο του Φιλίππου, τον Φίλιππο Αριδαίο, τον οποίο είχε εκτελέσει η Ολυμπιάδα μαζί με την γυναίκα του Ευριδίκη και κάποιους συγγενείς του, θεωρώντας ότι συμμετείχε στη δολοφονία του γιου της, του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η Ολυμπιάδα πήγε στη Κύδνα, κι όταν ο στρατός του Κάσσανδρου που είχε αναλάβει την εξουσία τήν πολιόρκησε, ζήτησε να δικαστεί. Ο Κάσσανδρος που ήθελε να αποφύγει την δημοσιότητα τής πρότεινε να φύγει κρυφά, κάτι το οποίο η ίδια δεν δέχτηκε γιατί πίστευε ότι αν βγει από την πόλη, θα δολοφονηθεί. Μετά από μήνες πολιορκίας, ένα άγημα στρατιωτών πήγε να την πιάσει κανείς όμως δεν τόλμησε να την ακουμπήσει. Γι’ αυτό και ο Κάσσανδρος έστειλε 100 εξαγριωμένους συγγενείς ατόμων που είχε εκείνη σκοτώσει, οι οποίοι την θανάτωσαν είτε διά λιθοβολισμού είτε διά ακοντισμού. Δεν ετάφη, γιατί η ταφή για τους αρχαίους αποτελούσε μια τιμητική τελετή και στην συγκεκριμένη περίπτωση ο Κάσσανδρος, που ήταν ορκισμένος εχθρός της, μόνον να την τιμήσει δεν ήθελε».
Αναφερόμενη στο περιεχόμενο των επιτύμβιων επιγραφών η κ. Κοτταρίδη τονίζει πως «είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαβάσει κανείς, και ειδικά αν δεν είναι αρχαιολόγος, αρχαίες επιγραφές και να καταλάβει τί λένε, με βάση τα συμφραζόμενα και σε συνδυασμό με το εύρημα» ενώ εξηγεί παράλληλα πως «το όνομα Ολυμπιάδα θα μπορούσε να αναφέρεται σε οποιαδήποτε άλλη γυναίκα με το ίδιο νόημα».
Συνοψίζοντας, η Αγγελική Κοτταρίδη υπογραμμίζει με έμφαση: «Για να πούμε λοιπόν πως βρήκαμε τον τάφο της Ολυμπιάδας θα πρέπει, κατ’ αρχήν, να έχουμε πολύ ισχυρά αρχαιολογικά στοιχεία που να πιστοποιούν ότι ετάφη. Τέτοια στοιχεία δεν έχουμε».