Τον Απρίλιο λοιπόν αναμένεται η έναρξη καταμέτρησης των παροχών σε μηνιαία βάση από τον ΔΕΔΔΗΕ, η οποία θα συνεχιστεί μέχρι να ολοκληρωθεί πανελλαδικά έως τα τέλη του πρώτου εξαμήνου του τρέχοντος έτους, δηλαδή τον Ιούλιο.
Τι άλλαξε στην εποχή των κυμαινόμενων τιμολογίων
Μετά από αυτή την εξέλιξη δρομολογείται επί της ουσίας η κατάργηση των «έναντι» λογαριασμών και έτσι θα δοθεί τέλος στην τιμολόγηση των πελατών ηλεκτρικής ενέργειας, στη βάση της εκτιμώμενης κατανάλωσης.
Στην πράξη, αυτό σημαίνει πως για τρεις μήνες ο πελάτης πληρώνει για ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας που εκτιμάται ότι έχει καταναλώσει, και μόνο τον επόμενο μήνα με βάση την πραγματική κατανάλωση του συνολικού 4μηνου. Το ίδιο ισχύει και για τους πελάτες των παρόχων που λαμβάνουν ηλεκτρονικό λογαριασμό, ενώ στην περίπτωση των έγχαρτων λογαριασμών (που είναι διμηνιαίοι), οι έναντι και οι εκκαθαριστικοί εναλλάσσονται.
Η συγκεκριμένη πρακτική δεν συνιστούσε ιδιαίτερο πρόβλημα, τις εποχές όπου τα τιμολόγια είχαν σταθερή χρέωση.Κι αυτό γιατί ένας «φουσκωμένος» εκκαθαριστικός λογαριασμός θα μπορούσε να προκύψει μόνον αν οι εκτιμήσεις για τους τρεις μήνες που προηγήθηκαν ήταν μικρότερες από την πραγματική κατανάλωση, με συνέπεια να «συγκεντρωθούν» αρκετές κιλοβατώρες στον τέταρτο μήνα.
Όταν όμως πλέον οι χρεώσεις πέρασαν στην εποχή των «κυμαινόμενων τιμολογίων», τα πράγματα διαφοροποιήθηκαν και είναι εξαιρετικά σημαντικό οι καταναλώσεις κάθε μήνα να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Η αιτία είναι πως μία «φουσκωμένη» κατανάλωση στον εκκαθαριστικό (επειδή για οποιονδήποτε λόγο είχαν υποεκτιμηθεί οι καταναλώσεις των προηγούμενων τριών μηνών) ανεβάζει ακόμη περισσότερο τη συνολική χρέωση, αν ο εκκαθαριστικός συμπέσει με έναν μήνα όπου οι τιμές είναι αυξημένες.
Η μηνιαία καταχώρηση ενδείξεων από τους καταναλωτές
Η αποφυγή των «φουσκωμένων» εκκαθαριστικών λογαριασμών -είτε επειδή μπορεί απλώς να υποεκτιμηθεί η κατανάλωση του προηγούμενου τριμήνου, είτε (ακόμη χειρότερα) επειδή η υποεκτίμηση μπορεί να συνδυαστεί και με υψηλή τιμή ρεύματος τον μήνα του εκκαθαριστικού- είναι και ένας από τους λόγους που οι προμηθευτές προτρέπουν τους πελάτες τους να καταχωρίζουν οι ίδιοι online σε μηνιαία βάση (ή διμηνιαία) την ένδειξη του μετρητή τους.
Την τελευταία διετία πάντως, φαίνεται πως έχει αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των πελατών που καταχωρούν τις ενδείξεις του «ρολογιού» τους.
Ωστόσο, όπως είναι φυσικό, το ποσοστό αυτό δεν πρόκειται ποτέ να καλύψει το σύνολο της κατανάλωσης στη χαμηλή τάση.Έτσι, μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο να αντικατασταθεί από τις «ψηφιακές» ενημερώσεις, η επιτόπια «επίσκεψη» ενός συνεργείου του ΔΕΔΔΗΕ ή του προσωπικού των εργολάβων του – δεδομένου άλλωστε ότι οι μετρήσεις τους είναι και οι επίσημες
Η «επίσκεψη» υπηρετεί και έναν ακόμη σκοπό: εκτός από την καταγραφή της μέτρησης, οι καταμετρητές είναι εκπαιδευμένοι να εντοπίζουν και τις λαθροχειρίες που μπορεί να έχουν γίνει σε κάποιο «ρολόι» ώστε να υπολειτουργεί -δηλαδή να «γράφει» μικρότερη κατανάλωση- από αυτήν που πραγματικά χρησιμοποιήθηκε.
Οριστικό τέλος στην καταμέτρηση με τους «έξυπνους» μετρητές
Η «πύκνωση» των καταμετρήσεων αποτελεί ουσιαστικά μεταβατική λύση, η αξία της οποίας θα περιορίζεται όσο περισσότερες παροχές στη χαμηλή τάση αποκτούν «έξυπνους» μετρητές.
Τα «έξυπνα» ρολόγια εξαλείφουν την ανάγκη επιτόπιας καταμέτρησης, καθώς πλέον ο Διαχειριστής (και ο καταναλωτής) έχει ανά πάσα στιγμή εικόνα πόσες κιλοβατώρες «καίει».
Επίσης, οι «έξυπνοι» μετρητές είναι πολύ πιο δύσκολο να «πειραχτούν», αφού σε περίπτωση απόπειρας παρέμβασης, ειδοποιούν το κέντρο τηλεδιαχείρισης του ΔΕΔΔΗΕ.
Έως το 2030 εκτιμάται πως θα έχουν εγκατασταθεί «έξυπνα» ρολόγια και στις 7,5 εκατ. παροχές χαμηλής τάσης.