Για θεσμική κρίση που μπορεί να λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις έκανε λόγο ο πρόεδρος του ΣτΕ Νίκος Σακελλαρίου, ο οποίος με δήλωση-παρέμβασή του ζήτησε από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές (κυβέρνηση – δικαστές/εισαγγελείς) να πέσουν οι τόνοι.
Ο κ. Σακελλαρίου στη δήλωσή του προς τα ΜΜΕ καταδίκασε τις παντελώς αδικαιολόγητες, όπως τις χαρακτήρισε, επιθέσεις σε βάρος της Δικαιοσύνης, πίσω από τις οποίες είδε προσπάθεια να κλονιστεί η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της.
«Οι απρόκλητες αυτές επιθέσεις κατά της Δικαιοσύνης επιβάλλεται να παύσουν αμέσως, για να μπει ένα τέλος στην απαράδεκτη και στείρα αυτή αντιπαράθεση», είπε ο κ. Σακελλαρίου.
Ο πρόεδρος του ΣτΕ μίλησε όμως και για τους δικαστές, λέγοντας ότι δεν διεκδικούν το αλάθητο αλλά επιδιώκουν την καλοπροαίρετη και επιστημονική κριτική των αποφάσεών τους.
Ακόμη, ο κ. Σακελλαρίου απέκρουσε κάθε σκέψη για τη δημιουργία Συνταγματικού Δικαστηρίου, λέγοντας «είναι εξαιρετικά επικίνδυνο κάθε συνταγματικός πειραματισμός ο οποίος θα οδηγούσε σε έλλειμμα δικαιοσύνης». Τόνισε μάλιστα ότι το υφιστάμενο συνταγματικό πλαίσιο είναι απολύτως επαρκές για να αντιμετωπιστεί η οικονομική κρίση.
Ο πρόεδρος του ΣτΕ επέλεξε να κάνει αυτή τη δήλωση σήμερα, στην επέτειο της αποκατάστασης της Δημοκρατίας.
Αναλυτικότερα, στη δήλωσή του ο κ. Σακελλαρίου ανέφερε:
«Ο φετινός εορτασμός της 43ης επετείου από την πτώση της δικτατορίας και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη χώρα μας σκιάζεται δυστυχώς από τις συνεχιζόμενες, άνευ προηγουμένου επιθέσεις κατά της Δικαιοσύνης και των λειτουργών της», είπε αρχικά ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας.
«Παντελώς αδικαιολόγητες επιθέσεις»
«Από της θέσεως ταύτης, ως πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, αρχαιότερος δικαστής της χώρας και πρόεδρος του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, εκπροσωπώντας το σύνολο της ελληνικής Δικαιοσύνης, καταδικάζω με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο τις παντελώς αδικαιολόγητες αυτές επιθέσεις, απ’ όπου κι αν προέρχονται, επιθέσεις οι οποίες στρέφονται ευθέως κατά του Κράτους Δικαίου, θεμελιώδης πυλώνας του οποίου είναι η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, στη μείωση του κύρους της οποίας προδήλως αποβλέπουν», συνέχισε ο κ. Σακελλαρίου.
«Με άκριτες ενέργειες, λοιδορίες, αδικαιολόγητους και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, αλλά και προσβλητικούς για τους λειτουργούς της Δικαιοσύνης υπαινιγμούς περί δήθεν αρνήσεώς τους να εκπληρώσουν βασικές υποχρεώσεις τους, επιχειρείται, κατά συστηματικό πλέον τρόπο, να κλονισθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών προς την Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της», υπογράμμισε επίσης ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, καταφερόμενος εναντίον των κυβερνητικών παρεμβάσεων που εκφράστηκαν και από τον ίδιο τον πρωθυπουργό.
«Ιδιαίτερα σοβαρή θεσμική κρίση»
Και συνέχισε: «Οι απρόκλητες αυτές επιθέσεις κατά της Δικαιοσύνης και των λειτουργών της επιβάλλεται να παύσουν αμέσως, για να μπει ένα τέλος στην απαράδεκτη και στείρα αυτή αντιπαράθεση μεταξύ της κυβερνήσεως και της Δικαιοσύνης. Προς τούτο, καλώ όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να επιδείξουν τη δέουσα αυτοσυγκράτηση, πριν η ιδιαίτερα σοβαρή αυτή θεσμική κρίση, που προκλήθηκε από τις επιθέσεις αυτές και οδήγησε στη θλιβερή αυτή αντιπαράθεση, λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την κοινωνική ειρήνη και συνοχή».
«Πρέπει επιτέλους να γίνει αντιληπτό», σημειώνει, εξάλλου, ο πρόεδρος του ΣτΕ, «ότι το Σύνταγμά μας καθορίζει με σαφήνεια τον διακριτό ρόλο και τα όρια της δράσεως μιας εκάστης των τριών λειτουργιών της πολιτείας, τα όργανα των οποίων οφείλουν να περιορίζονται αυστηρά και μόνον στον θεσμικό ρόλο που τους επιφυλάσσει το ίδιο το Σύνταγμα. Η Δικαιοσύνη σέβεται απολύτως τον θεσμικό ρόλο της νομοθετικής και εκτελεστικής λειτουργίας, απαιτεί όμως και τον ανάλογο σεβασμό του δικού της θεσμικού ρόλου, και απαντά με την άψογη εκτέλεση των καθηκόντων τους».
Το Σύνταγμα και η… Θάνου
Ο κ. Σακελλαρίου είπε επίσης ότι «τα δικαστήρια είναι υποχρεωμένα να μην εφαρμόζουν νόμους που είναι αντίθετοι στο Σύνταγμα, η Δικαιοσύνη δεν διεκδικεί το αλάθητο των αποφάσεων. Αντιθέτως, επιδιώκει την καλοπροαίρετη επιστημονική κρίση. Ζούμε στην εποχή της οικονομικής κρίσης και των μννημονίων που έχει οδηγήσει σε υποχώρηση το κράτος δικαίου (…). Αποτελεί καθήκον όλων η ενίσχυση των θεσμών που στηρίζουν το δημοκρατικό πολίτευμα. Το Σύνταγμα ορίζει ότι οι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους απολαμβάνουν ανεξαρτησίας, υποβάλλονται στο Σύνταγμα και δεν δέχονται οδηγίες από τα όργανα των δύο άλλων εξουσιών».
Στη συνέχεια, μιλώντας για το ήθος των δικαστών, πέταξε τα καρφιά του για τη Βασιλή Θάνου:
«Η ποιότητα της δικαιοδοτικής λειτουργίας εξαρτάται από τους φορείς της. Εξαρτάται από τον ανθρώπινο παράγοντα, δηλαδή από το κατά πόσο αυτός διαθέτει υψηλό αίσθημα ευθύνης. Ο δικαστής πρέπει να πράττει ως τρίτο πρόσωπο και να είναι απαλλαγμένος από κάθε είδους επηρεασμό. Οι δικαστές δεν αντιπολιτεύουντε, ούτε όμως συμπολιτεύονται. Ο δικαστής πρέπει να διαθέτει ήθος και σθένος. Όπως και να το κάνουμε, το να είναι κάποιος δικαστής δεν είναι απλό, είναι απόφαση ζωής, αφού η συμπεριφορά του τον ακολουθεί όχι μόνο στην επαγγελματική αλλά και στην ιδιωτική του ζωή και μετά την υποχρεωτική συνταξιοδότησή του».
«Να συνεχίσουν ανεπηρέαστοι οι δικαστές»
Ακολούθως, προσπάθησε να αποτρέψει την προσπάθεια δημιουργίας Συνταγματικού Δικαστηρίου, λέγοντας ότι δεν χωρά, υπό τις παρούσες συνθήκες, κάθε συνταγματικός πειραματισμός που θα οδηγούσε σε έλλειμα δικαιοσύνης, προσθέτοντας ότι «το υφιστάμενο συνταγματικό πλαίσιο είναι επαρκές για να αντιμετωπιστεί η κρίση. Η Δικαιοσύνη και το σθένος διαθέτει αλλά και τη βούληση να κάνει ό,τι απαιτείται όπως προκύπτει και με τη νομολογία του ΣτΕ».
«Καλώ τους δικαστές να συνεχίσουν ανηπερέαστοι, ανεξάρτητα από τις επιθέσεις και τις προσβολές, έχοντας πάντα κατά νου ότι η Δικαιοσύνη είναι πάντα το τελευταίο καταφύγιο για τους πολίτες», κατέληξε ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας.