Σε καταρχήν συμφωνία για να αυξηθεί ο αριθμός πληρωμής των δόσεων σε επτά μηνιαίες δόσεις, αντί των τριών διμηνιαίων που ισχύουν σήμερα, ήρθαν κυβέρνηση και δανειστές.
Αν και το σχέδιο Αλεξιάδη φαίνεται να έπεισε τους δανειστές, προκειμένου να διευκολυνθούν οι πληρωμές και να μη συσσωρεύονται βάρη στους πολίτες, δεν συνέβη το ίδιο και για τις μεγάλες αλλαγές, τις οποίες σχεδίαζε η κυβέρνηση για φέτος στον Φόρο Ακινήτων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αλλά και όσα δήλωσε σε τηλεοπτική του συνέντευξη χθες ο κ. Αλεξιάδης:
– Φορολογικές δηλώσεις: η υποβολή των δηλώσεων Ε1 φέτος θα ξεκινήσει με 1,5 μήνα καθυστέρηση, από τις 15 Μαρτίου περίπου. Αναπόφευκτα στην κυβέρνηση εξετάζουν ήδη να δώσουν και παράταση στην καταληκτική διορία υποβολής των δηλώσεων, ώστε να τελειώσουν στις 15 Μαΐου αντί στις 30 Απριλίου.
– Εξόφληση φόρου: Αλλάζει το χρονοδιάγραμμα εξόφλησης του φόρου εισοδήματος που θα προκύψει με την εκκαθάριση των φετινών φορολογικών δηλώσεων. «Το υπουργείο προσπαθεί να πείσει τους θεσμούς έτσι ώστε η πληρωμή του φόρου φυσικών προσώπων να γίνει σε επτά μηνιαίες δόσεις αντί 3 διμηνιαίων που ήταν την προηγούμενη χρονιά» σημείωσε ο αναπληρωτής υπουργός κύριος Αλεξιάδης, με στόχο να ελαφρυνθούν οι πολίτες και να μην τους πέσουν όλα τα φορολογικά βάρη μαζεμένα ή «διπλά» σε διμηνιαίες δόσεις. Στο τέλος Μαΐου θα ξεκινήσει η πληρωμή της πρώτης δόσης του φόρου.
– Φόρος Ακινήτων: Φαίνεται να εγκαταλείπονται τα σχέδια του οικονομικού επιτελείου για την εφαρμογή από φέτος ενός νέου φόρου ακινήτων ο οποίος θα αντικαταστήσει τον ΕΝΦΙΑ και θα μεταφέρει τα φορολογικά βάρη από τους μικροϊδιοκτήτες στους έχοντες πολύ μεγάλη περιουσία. Σύμφωνα με τον κ. Αλεξιάδη, ο φόρος ακινήτων που θα κληθούν να πληρώσουν φέτος οι φορολογούμενοι θα υπολογιστεί μεν με τις νέες μειωμένες αντικειμενικές αξίες, αλλά όχι με ένα νέο σύστημα που θα στηρίζεται στις εμπορικές τιμές και θα προβλέπει ένα μικρό αφορολόγητο όριο.
Με δεδομένο όμως ότι και φέτος θα πρέπει να εξασφαλιστούν έσοδα ύψους 2,65 δισ. ευρώ, αναμένονται περιορισμένης έκτασης παρεμβάσεις ή και αυξήσεις στους συντελεστές υπολογισμού του φόρου, που θα επηρεάσουν κυρίως τους φορολογούμενους οι οποίοι έχουν στην κατοχή τους ακίνητα μεσαίας και υψηλής αξίας.