Μείωση κατά 15% στις συντάξεις άνω των 750 ευρώ για τους νέους συνταξιούχους προβλέπει το νομοσχέδιο Κατρούγκαλου το οποίο δόθηκε στους πολιτικούς αρχηγούς νωρίτερα σήμερα.
Το ποσοστό αναπλήρωσης είναι κλιμακωτό και προβλέπει:
-Από 0 έως 15 χρόνια συντελεστή 0,80% για κάθε έτος
-Από 15 έως 18 χρόνια συντελεστή 0,92% για κάθε έτος
-Από 18 έως 21 χρόνια συντελεστή 1,04% για κάθε έτος
-Από 21 έως 24 συντελεστή 1,16% για κάθε έτος
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, για 40 χρόνια ασφάλισης, το ποσοστό αναπλήρωσης ορίζεται στο 60% του συντάξιμου μισθού.
Βάσει του σχεδίου νόμου που καταλαμβάνει έκταση 170 σελίδων καταργείται το μεικτό σύστημα υπολογισμού της σύνταξης ( παλαιό καθεστώς έως το 2010, νέο από το 2011 και μετά) που ίσχυε με τον νόμο Λοβέρδου/ Κουτρουμάνη 3863/2010.
Ο νέος τρόπος υπολογισμού θα βασίζεται στις εισφορές ολόκληρου του ασφαλιστικού βίου, ενώ θα ισχύουν χαμηλότεροι συντελεστές υπολογισμού.
Σύμφωνα με τον πρώην υπουργό Γιώργο Κουτρουμάνη, αυτό σημαίνει, ότι στις υψηλές συντάξεις πάνω από 2.000 ευρώ η μείωση θα αγγίζει το 30%.
Δηλαδή, ένας εργαζόμενος που έπαιρνε πριν από το 2011 μισθό 2.500 και τώρα παίρνει 1.000 ευρώ θα πάρει τη μισή σύνταξη από αυτή που προσδοκούσε!
Το νομοσχέδιο προβλέπει επίσης επανυπολογισμό των καταβαλλόμενων συντάξεων.
Η διαφορά που θα προκύψει θα παραμείνει ως προσωπική διαφορά για τον συνταξιούχο, ο οποίος δεν θα υποστεί άμεσα μειώσεις, σε αντίθεση με το νέο συνταξιούχο. Για παράδειγμα, ένας ασφαλισμένος με 40 χρόνια με καθεστώς βαρέων και ανθυγιεινών, παίρνει σύνταξη σήμερα 1.100, με τον επανυπολογισμό, δικαιούται 900. Τα 200 ευρώ παραμένουν ως προσωπική διαφορά.
Αντίθετα, ο νέος συνταξιούχος με βαρέα και ανθυγιεινά, θα εισπράξει 900 ευρώ. Συνεπώς θα έχουμε και πάλι συνταξιούχους δυο ταχυτήτων, με το βάρος να πέφτει στη νέα γενιά.
Σε βάθος δεκαετίας θα θεσπιστούν ενιαίοι κανόνες για όλους. Σύμφωνα με τα παραδείγματα που έδωσε η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, με μισθό 1.000 ευρώ η σύνταξη ορίζεται στα 784 ευρώ, ενώ με μισθό 2.000 στα 800 ευρώ. Όπως σχολίασε ο πρώην υπουργός Γιάννης Βρούτσης, οι μικρές διαφορές, αποτελούν αντικίνητρο για ασφάλιση.